τα εΝ οΙΚΟ

Προτεραιότητα μας, η Αίγινα! Φυσικά και δεν είμαστε αδιάφοροι σ' αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, στη Χώρα μας, στον Κόσμο και μας επηρεάζουν.

Ναυτικά ιστορήματα VII: TROPICSTAR 2 Η μαστοράντζα

του Γιάννη Κληρονόμου

Ήτανε ένα μικρό καράβι που ήταν αταξίδευτο γύρω στα 3 χρόνια – κατά που λέει και το παιδικό τραγουδάκι που το τραγουδάγαμε τότε όλα τα παιδάκια μαζί  στο σχολείο, κραυγάζοντας, εμείς τα αγόρια δυνατότερα από τα κορίτσια, που τσίριζαν όμως  πιο δυνατά από εμάς είναι η αλήθεια. Φωνάζαμε ειδικά εκεί στον στίχο που λέει. «Και ο κλήρος πέφτει στα κορίτσιααα που ήταν σαν…» και ανάθεμα αν καταλαβαίναμε τι λέει; Θυμηθείτε το εκεί που λέει ότι: «Και τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί ΟΕ ΟΕ κλπ». Ο ένας έφαγε τον άλλον δηλαδή στην κυριολεξία και εμείς βαράγαμε χαρωπά τα παλαμάκια μας. Πάμε πάλι λοιπόν από την αρχή εμείς να πούμε τα ναυτικά μας.

Μετά την βύθιση του Empress το αφεντικό αγόρασε στα γρήγορα δυο μικρότερα κρουαζιερόπλοια να τα κάνει καζίνα, μιας και του καλοφάνηκε φαίνεται η δουλειά του τζόγου ώστε να κανονίσει έτσι και την επιστροφή του στην τεράστια αγορά της Αμερικής (που θυμίζω εκτός από το Λας Βέγκας, αλλού δεν επιτρέπεται να χαρτοπαίζουνε). Με έβαλε λοιπόν να ξεκινήσω το ένα από αυτά. Πρώτη μου δουλειά σαν αρχιμηχανικός το μακρινό 1992-93 «Μιας και έχεις κάνει εκπαίδευση στα καζίνα, ΜαστροΓιάννη να το κάνουμε και αυτό καζίνο» μου είπε στην σύντομη συνέντευξη μας. Εγώ είπα «Μάλιστα αφεντικό» καταχαρούμενος που με αποκάλεσε με το μικρό μου όνομα, μάζεψα τα πραγματάκια μου σε μια βαλίτσα, τις καινούριες μου μπλε φόρμες της δουλειάς και πέταξα για Αμέρικα. Όταν είδα το καράβι εκεί δεμένο στον ντοκ, κάτι μου θύμισε. Κάποιο γνωστό ποστάλι, κάπου στο Πειραιά, κάπου.. κάπου… αλλά δεν θυμόμουνα που. Για να βγάλω και εσάς από την αγωνία, τελικά κοίταξα αμέσως τα ημερολόγια του (που φυλάσσονται πάντα σαν πολύτιμα έγραφα στα καράβια κάπου στην γέφυρα). Ήταν  το πρώην CASTALIA, της ΕΛΜΕΣ που είχε φτιαχτεί από ελληνικά χέρια στο Πέραμα. Το όμορφο αυτό σκαρί χτίστηκε το 1975 με αυτό το όνομα «Κασταλία» όνομα που προέρχεται από την αρχαία πηγή στους Δελφούς. Ήταν μικρότερο από την «αυτοκράτειρα» αλλά μάλλον εντάξει για την δουλειά που θα έκανε, μια χαρά κρουαζιερόπλοιο, εκεί γύρω στα 132 Μ με 20 μέτρα πλάτος σε 9 ορόφους.

Δοκιμάστηκε από τους προηγουμένους Σκανδιναβούς ιδιοκτήτες να δουλέψει εκεί με επιβάτες σε κανονικές κρουαζιέρες, αλλά αυτή η προσπάθεια του να ανταγωνιστεί τα νέα υπέροχα ολοκαίνουρια κρουαζιερόπλοια που βγαίναν το ένα μετά το άλλο και φτάνανε ένα, σχεδόν, κάθε βδομάδα τότε στην Αμερική, απέτυχε. Τόσο απλά.

Είχε λοιπόν εγκαταλειφθεί εκεί στην μοίρα του σε αυτήν της σκουριάς που μοιραία έρχεται για κάθε ζωντανό η τεχνητό ‘’κατασκεύασμα’’ και δεμένο σε μια παράμερη προβλήτα στο SAN DIEGO στην Καλιφόρνια που ήταν γεμάτη με γκρεμισμένα ερείπια οικίσκων, με σκουριασμένα καράβια παντός τύπου, με παλιά λάστιχα αυτοκινήτων και κάθε είδους παλιοσίδερα σε ένα μαύρο καφέ χωμάτινο περιβάλλον που βόλταραν και τους βλέπαμε μπροστά μας κάτι τεράστιοι γκρι ποντικοί, που αργότερα τους σημαδεύαμε – στοιχηματίζοντας- με κάτι αεροβόλα όπλα από μακριά για πλάκα όταν πλησίαζαν, για το  ποιος θα τους πετύχει… με τεράστια ποσοστά αποτυχίας.

Το ΣΑΝ ΝΤΙΕΓΚΟ  ήταν τότε ακόμη μια μικρή ‘’επαρχιακή’’ πόλη  στην Αμερική στην πλευρά του Ειρηνικού, γεμάτο εκτός από ναύτες του Αμερικάνικου στόλου και με λαθραίους η νόμιμους Μεξικάνους παρά  Αμερικάνους, γιατί δίπλα είναι η πόλη Τιχουάνα. Η πύλη εισόδου στα σύνορα δηλαδή με το Μεξικό. Από εκεί οι Αμερικανοί περνάνε για να πάνε διακοπές ή να φάνε τορτίγιας και οι Μεξικανοί για να κουβαλήσουν «χορταρικά» όχι απαραίτητα φρέσκα. Είναι αυτά ντε τα σύνορα που ήθελε πρόσφατα να τα σφραγίσει ο Τράμπ και να φτιάξει και ένα μακρύ τοίχο πιο κάτω να μην περνάει κανείς, αλλά δεν του κάτσε.

Φτάσαμε εκεί μαζί με τον Μιχάλη έναν μαγκάκι τεχνίτη Πειραιώτη που ήταν πολύ ερωτευμένος με ‘’Μια, εκεί στην Πειραϊκή’’, αλλά κρυφά από την γυναίκα του και με ζάλιζε σε όλη την διαδρομή στο αεροπλάνο με το θέμα του και εγώ, έχοντας το μυαλό μου αλλού, χαμογέλαγα χαζά τάχα μου ότι άκουγα την αφήγηση του -τι να κάνω;- και του έδινα ανόητες συμβουλές. Αλλά ήταν καλό μαστοράκι όπως μου είχαν πει από το γραφείο από πριν και πως θα βοηθούσε πολύ στην δουλειά. Και πράγματι αποδείχθηκε σωστό.

Αραγμένο λοιπόν κατασκότεινο και εγκαταλειμμένο ήταν ένα καράβι φάντασμα. Άσπρο εξωτερικά, αλλά μέσα ήτανε παγωμένο σιωπηλό σαν πεθαμένο. Έχετε μπει ποτέ σε εγκαταλειμμένο καράβι η σε μεγάλο κτίριο ή σε κανένα από αυτά τα παλιά τεράστια νοσοκομεία ή τα εγκαταλειμμένα πρώην ξενοδοχεία χωρίς φως, με κλειστά παράθυρα, βράδυ με ένα φακό στο χέρι μόνο; Και να θες να το ψάξεις να δεις τι είναι εκεί; Αμέ, έτσι την έπαθα εγώ με αυτό το καράβι. Στην προσπάθεια μου να το κάνω μια βόλτα για να δω τι μου γίνεται και τι προβλήματα θα καταγράψω με ένα μόνο φακό στα μαύρα σκοτάδια αν και ήταν μέρα μεσημέρι, χάθηκα στα κατάβαθα του στον διάδρομο με τις καμπίνες των επιβατών και αυτές του πληρώματος. Είναι σαν αυτά τα έργα φρίκης και μυστήριου  σαν να περπατάς στο άγνωστο σπηλαιώδες μεταλλείο ανάμεσα σε ναυτικά τέρατα και σε φαντάσματα του προηγουμένου πληρώματος που μάλλον έφυγαν βιαστικά και είχαν αφήσει ακόμη κρεμασμένα τα σώβρακα τους να στεγνώσουν από το πλύσιμο και κάτι τρύπια παντελόνια τζιν, πεταμένες παντόφλες, τασάκια με αποτσίγαρα που περιέργως μύριζαν ακόμη τσιγαρίλα και με διάφορα άλλα πράγματα που έλεγες ότι όπου νάνε κάποιος θα τα πάρει να τα χρησιμοποιήσει. Φάντασμα  σας λέω. Όταν θυμήθηκα τον Μίτο της Αριάδνης ήταν αργά. Νόμιζες ότι πίσω σου έρχεται ο κακός με καμία χατζάρα. Τέλος πάντων κάποτε βρήκα την έξοδο από το τούνελ μετά από ώρες ψάξιμο χωρίς ουσία και χάρηκε ο Μιχάλης που με έψαχνε για να συνεχίσει να λέει την ιστορία της αγάπης του. Βγήκα στον καθαρό αέρα και αποφάσισα να κόψω τις παλικαριές από δω και μπρος. Κουρασμένοι από το ταξίδι κοιμηθήκαμε από νωρίς κάπου σε κάποιον καναπέ σαλονιού. Την επόμενη μέρα βάλαμε με τα πολλά μια γεννήτρια ρεύματος μπροστά να βλέπουμε γύρω μας, και…. Αυτό ήταν ένα εγκαταλελειμμένο πλοίο. Μεντο ξέραμε, αλλά τόσο χάλια δεν το περίμενα. Τα πάντα, τα μηχανήματα, τις καμπίνες, τα σαλόνια όλα μισογκρεμισμένα. Μάθαμε ότι οι τελευταίοι του πληρώματος δεν πληρωθήκαν και από την αγανάκτηση δεν αφήσαν τίποτε ορθό στην θέση του. Κατέστρεψαν ότι έσπαγε και τα αφήσανε σε μαύρο χάλι. Αρχίσαμε δουλειά. Έφαγα δυο βδομάδες να καταγράψουμε τα προβλήματα του καραβιού και του μηχανοστασίου, γιατί ρωτούσαν από το γραφείο στην Ελλάδα τι χρειάζομαι για να φροντίσουν να μου στείλουν για το ξεκίνημα. Οι τρεις από τις 5 γεννήτριες ρεύματος ήταν κομμάτια, σπασμένες. Οι άλλες δυο ίσα που δουλεύαν με χίλια προβλήματα μόνο για ελάχιστο φωτισμό.

Με αυτή την κατάσταση των γεννητριών, (Ηλεκτρομηχανές λέγονται και είναι πλήρες σετ  «Γεννήτρια και η μηχανή της»). Δηλαδή δουλεύει με πετρέλαιο μια μηχανή – μέγεθος ημιφορτηγού- κομπλαρισμένη (ενωμένη) με μια ‘’γεννήτρια ρεύματος’’ που παράγει ρεύμα για να βλέπουμε και να κινείται όλο το καράβι. Έτσι, κάτι σαν μια μικρή ΔΕΗ σε κάθε καράβι ένα πράγμα. Αυτό για τους ασχέτους από αυτά.  Ήρθε και το ναυτικό πλήρωμα μετά από τις 10 αυτές μέρες. Μόνο ο καπετάνιος ήταν Έλληνας και όλοι οι άλλοι Πολωνοί. Ήταν τότε που είχαμε εγκάρδιες ανταλλαγές «οικονομικού τουρισμού» με την Πολωνία που είχε φρέσκο πρόεδρο τον Βαλέσα και τα ναυπηγεία μας και τα καράβια μας είχαν γεμίσει με αυτούς. Μια χαρά άνθρωποι ήτανε. Σε όλα ευγενικοί, σωστοί, επαγγελματίες, αλλά αδελφέ μου άμα τους έβλεπες να πίνουν σε πιάνανε τα δάκρυα. Μια κάσσα μπύρες για το μεσημεριανό φαγητό ο καθένας θέλανε κι άλλη μια για το βραδινό. Ο Α’ μηχανικός μόλις μπήκε στο καράβι και μόλις συστηθήκαμε για πρώτη φορά δεν με ρώτησε που είναι το μηχανοστάσιο ή που είναι η καμπίνα του, αλλά με ρώτησε «από που μπορούσε να αγοράσει μπύρες και αν δούλευε κάποιο μπαρ του καραβιού». Τέλος πάντων γνωριστήκαμε κάποτε και συνεχίσαμε όλοι μαζί να μαζέψουμε ότι μπορούσαμε. Εδώ που τα λέμε, ανεξάρτητα αν είχαν πιει τον άμπακο την προηγουμένη μέρα και όχι μόνο μπύρες, το πρωί ήταν όλοι στην δουλειά τους κανονικά στις 8 το πρωί και ξεμέθυστοι. Αντίθετα από εμάς τους Έλληνες που μετά από τόση μπύρα κηρύσσουμε τριήμερο πένθος και δεν μιλάμε σε άνθρωπο. Αυτό ούτε τώρα ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω πως το καταφέρνανε.

Είπα λοιπόν τα θέματα μας στο γραφείο με το τηλέφωνο – που τότε στο κάνανε χάρη να μιλήσεις λίγο παραπάνω – και σε συνεννόηση είπαμε ότι δεν επισκευάζονται οι ηλεκτρομηχανές άρα να έρθουν 2 καινούριες ηλεκτρομηχανές σε σετ έτοιμες, για να πετάξουμε τις σπασμένες και με τα καλά εξαρτήματα τους να φτιάχναμε την άλλη την μισοσπασμένη. Ωραία, πάρθηκε η τελική απόφαση δοθήκαν οι παραγγελίες για ανταλλακτικά και αρχίσαμε να τις ξηλώνουμε. Στείλαμε και μερικά εξαρτήματα σε εξωτερικά συνέργεια για την επισκευή τους. Αλλά … ΄Ωπα, παιδιά  εδώ στην μέση της δουλειάς με  τις κυρίες μηχανές μισόλυμένες και τις ηλεκτρομηχανές κομμάτια ήρθε διαταγή από το αφεντικό. «Μαζεύτε τα όλα και πηγαίνετε για ΜΙΑΜΙ». Που να πάμε; Πώς να πάμε στην άλλη άκρη της Αμερικής στον Ατλαντικό; Πως θα πάμε; Πως θα περάσουμε το κανάλι του Παναμά που πρέπει να δουλεύουν όλα τα μηχανήματα στην εντέλεια για να σε αφήσουν να περάσεις. Μας δώσανε μια βδομάδα να μαζευτούμε και να φύγουμε.

Τι να κάνει κανείς σε μια βδομάδα; Φίλε! Οι Διαταγές είναι διαταγές και δεν πα να λες εσύ ότι θες. Μαζεύτε τα και δρόμο που λένε. Δέκα μέρες κάναμε να μαζευτούμε πάλι. Τα μισόβάλαμε στην θέση τους και φύγαμε για το κανάλι του Παναμά. Τέσσερις δραματικές μέρες ταξίδι μέχρι Παναμά και άλλες 5 για Μαϊάμι ήτανε. Να τρέχουμε σαν τρελοί οι έρμοι να τα καταφέρουμε. Η ζέστη αφόρητη – Τροπικοί γαρ -Αιρκοντίσιον δεν είχαμε, ήταν όλα σπασμένα. Κοιμόμαστε όλοι ή όσοι προλάβαιναν πρώτοι στρωματσάδα σε ένα καπνιστήριο πληρώματος που είχε μια μισοχαλασμένη φορητή μονάδα αιρκοντίσιον που έβγαζε χλιαρό αέρα και που τσίριζε και μούγκριζε σαν θεριό λαβωμένο. Ίσα-ίσα βάλαμε και την μισή κουζίνα να δουλεύει για να τρώμε και κάτι 40 άτομα είμαστε. Τρομερό, αξέχαστη εμπειρία.

Φτάσαμε και μπήκαμε στην σειρά να περάσουμε το κανάλι του Παναμά. Έβλεπα από την αγωνία μου σιγά σιγά να αλλάζει το χρώμα των μαλλιών μου σε γκρίζο από ολόμαυρο που ήταν μέχρι τότε. Φόβος η αποτυχία. Δεν είναι αστείο αυτό το πέρασμα. Όλη η τεχνολογία του τότε γνωστού κόσμου είναι μαζεμένη εκεί και πρέπει για να περάσεις στις λεκάνες που σε ανεβοκατεβάζουν στα βουνά σαν παιχνιδάκι επί 15-20 ώρες, να δουλεύουνε στην εντέλεια όλα τα μηχανήματα για να τα βγάλεις πέρα με κόπο. Φαντάσου εμείς που τίποτε δεν δούλευε σωστά, ούτε απλώς ανεχτά. Μια αγωνία να σε σκοτώνει και σε κάθε λεπτό κάτι καινούριο γινόταν. Περάσαμε κάποτε. ‘’Δεν περιγράφω άλλο’’. Ξεμπερδέψαμε το ένα εμπόδιο και είμαστε πια στα ‘’δικά μας νερά’’ στον Ατλαντικό ωκεανό. Είχαμε και τον καπετάνιο να λέει. «Αύριο περνάμε τα στενά Τάδε πρέπει να προσέχουμε». «Σε λίγες ώρες πλησιάζουμε στο τάδε μέρος», «πρέπει να προσέχουμε», «περνάει καράβι απέναντι πρέπει να προσέχουμε» και χάζευε τους γλάρους που πετάγανε διπλά του. Είχα βάλει ένα ράντζο και κοιμόμουνα στο μηχανοστάσιο. Στην μια άκρη εγώ στην άλλη ο Α’ μηχανικός, ο Πολωνός. Τι να κάνουμε; Για να «κάνω μικρότερη την ιστορία» που λένε και οι Αμερικανοί, κάποτε μετά από 10 μέρες περίπου ολέθρου, φτάσαμε. Ούτε μπράβο δεν μας είπανε. Δέσαμε σε έναν ακραίο ντοκας πούμε κάτι σαν το δικό μας το Πέραμα του παλιού καιρού να κάνουμε την υπόλοιπη δουλειά. Σχεδόν δηλαδή να ξαναρχίσουμε από την αρχή. Οργανωθήκαμε με το εκεί νέο γραφείο που άνοιξε και που θα βοηθούσε με τις επικοινωνίες και τις ανάγκες μας. Μην ξεχνάτε ότι μιλάμε για μια εποχή που δεν υπήρχε ακόμη επικοινωνία όπως σήμερα, μόνο με το σταθερό τηλέφωνο και τέλεξ. Δύσκολα ήταν αλλά εντάξει αφού φτάσαμε μέχρι εκεί.

Μου έστειλαν από τον Πειραιά τέλεξ  ότι η μια καινούρια ηλεκτρομηχανή φτάνει στο Μαϊάμι την επόμενη βδομάδα και να ετοιμαστώ με συνεργείο εξωτερικό που θα αναλάβει την δουλειά της εγκατάστασης της μηχανής στην θέση της και για ότι άλλο χρειάζεται γενικά. Ας βοηθήσω να το καταλάβετε ευκολότερα όσοι δύστυχοι νησιώτες δεν ξέρετε από καράβια και απλώς ταΐζετε τους γλάρους στο μακρύ ταξίδι από Αίγινα μέχρι Πειραιά. Φανταστείτε ας πούμε τον δικό μας «Φοίβο» να θέλουνε να γίνει κρουαζιερόπλοιο ένα πράγμα. Εκεί που είναι το γκαράζ για τα αυτοκίνητα έχει κλείσει η πίσω μεγάλη μπουκαπόρτα μόνιμα και έχει διαμορφωθεί ο τεράστιος αυτός χώρος σε μεγάλο θέατρο το πίσω τμήμα, και καμπίνες εξωτερικές και εσωτερικές σε τρεις ορόφους το μπροστινό τμήμα του γκαράζ για το πλήρωμα και αποθήκες διάφορες, πολλές αποθήκες. Και βέβαια από κάτω όλο σχεδόν το μήκος σε ένα- δυο- τρεις ορόφους προς τα κάτω πλέον είναι το μηχανοστάσιο που δεν το βλέπετε εσείς όταν ερχόσαστε στην Αίγινα, άλλα εγώ πάω όποτε ταξιδεύω, έξω από την πόρτα του να μυρίσω την προσφιλή μου μυρωδιά του πετρελαίου και να έχω μια στιγμιαία στενή επαφή τρίτου τύπου με τα καυσαέρια.                                                                     Έτσι ήταν αυτό το καράβι. Έτσι είχε μετασκευαστεί σε κάποιο ναυπηγείο. Ήταν στο θέατρο λοιπόν εκεί και έπρεπε να ανοίξω στο πάτωμα του μια τεράστια τετράγωνη τρύπα που να ξανακλείσει όμως για να κατέβουν από εκεί οι δυο καινούριες μηχανές. Έτσι και έγινε από εμάς η τρύπα αφού βγάλαμε καθίσματα και χαλιά. Στο ίδιο διάστημα βρήκα ένα μεγάλο συνεργείο εξωτερικό για την εγκατάσταση  της μηχανής. Τα καινούρια σετ ηλεκτρομηχανών έκαναν 125.000 $ η κάθε μια. Το συνεργείο λοιπόν ζήτησε 45.000 $ για την δουλειά της εγκατάστασης. Έκλαψα εγώ μπας και κατεβάσουνε λίγο την τιμή άλλα δεν βαριέσαι, τόσα θέλανε. Στο τέλος υποχωρήσαμε να τα δώσουμε. θα στοίχιζε ο κούκος αηδόνι που λένε. Συμφώνησαν όλοι. Αμερική είναι αυτή, εντάξει προχωρούμε. Όταν έφτασε το τεράστιο φορτηγό αυτοκίνητο στην προβλήτα και ξεφόρτωσε την μηχανή και ανοίξαμε λίγο την ξύλινη συσκευασία της. Ήταν ένα χάρμα οφθαλμών ολοπράσινη, ολοκαίνουρια μια μηχανή κουκλίτσα σκέτη. Άρχισε η μεταφορά της από την προβλήτα μέσα στο γκαράζ για να αρχίσει και η κατάβαση την επομένη στα 9 μέτρα βάθος για να ακουμπήσει στην βάση της. Λοιπόν παιδιά κάνετε τον υπολογισμό, 9 μέτρα είναι μια διώροφη οικοδομή με πυλωτή από κάτω, δεν είναι λίγο να κατεβάσεις ένα ημιφορτηγό εκεί. Και μάλιστα θα έπρεπε να γίνει και ανάμεσα στα άλλα μηχανήματα. Είχαν έρθει 30 -35 εργάτες Αμερικανοί με τρεις αρχηγούς στις πενήντα αποχρώσεις του Γκρι , από πολύ μαυριδεροί έως Μεξικανοί που έκαναν δαιμονισμένο θόρυβο με τις φωνές τους καθώς τσακωνόντουσαν συνέχεια και βρίζανε ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί τον εργοδηγό. Είχαμε βάλει δυο καινούρια μεγάλα παλάγκα 10 τόνων το καθένα για να σηκώσουν εύκολα την 13 τόνων μηχανή, δεν χώραγαν και άλλα ούτως η άλλως και ούτε είχε χώρο καθώς όλα ήταν μετρημένα να περνάει ακριβώς το σετ μέσα στο «πηγάδι».

Άρχισε η «σπουδαία επιχείρηση» μετά από μια μέρα προετοιμασία της προετοιμασίας. Safety first. Έφτασε πάνω από το πηγάδι που από κάτω το βάθος φαινόταν δυσθεώρητο. Στο κυριότερο σημείο όταν κρεμόταν η μισή μέσα στην τρύπα και κατέβαινε πολύ σιγά προς τα κάτω, έβαλε πάλι ο διάολος το ποδαράκι του και έσπασε το ένα παλάγκο. Έτσι η μηχανή των 13 τόνων κρεμάστηκε εκεί στα 8 μέτρα ύψος στο ένα παλάγκο των 10 τόνων, και εγώ θα ήταν προτιμότερο αμέσως να πάω να κρεμαστώ από ένα κλαδί δέντρου. Ουρλιαχτά, φασαρίες, φωνές αμερικάνικες βρισιές, πολωνέζικα και ελληνικά βρισίδια. Χαμός. Το καημένο το άλλο παλάγκο άντεξε και μετά από 5-6 ώρες αγωνίας και σκαρφαλώματα σαν πιθηκάκια όπου είχε κάποια εσοχή να πατήσουμε για να βάλουμε κάτι άλλο κατάφερε και έφτασε στο σημείο να ακουμπήσει κάτω και να αναπνεύσω και εγώ καθισμένος και κάθιδρος, επιτέλους να ξεκουραστώ μαζί με τον έρμο το Πολωνό Α’ μηχανικό που αγωνιούσαμε παρέα, που έπινε τώρα δικαιωματικά τρεις απανωτές μπύρες.

Δυνατή δουλειά με αυτές τις συνθήκες. Ωραία αλλά αύριο έχει και συνέχεια να μπει στην βάση της η μηχανή. Άλλες φωνές άλλες φασαρίες. «Δεν συμφωνήσαμε αυτό. Όχι το είπαμε, Μα τι λες; Δεν θυμάμαι εγώ; Όχι γίνεται. Όχι Δεν γίνεται». Τέτοια βαβούρα. Τελικά αφού δουλέψαν επί τρεις μέρες ακόμη για να την φέρουν ακριβώς στην θέση της την δουλειά την τελειώσαμε μόνοι μας γιατί μας παρατήσανε και φύγανε. Βράσε ρύζι. Τα λεφτά τα πήρανε όμως και αν τολμούσαμε να μην τα δίναμε ή ας κόβαμε κάτι από αυτά. Δεν γίνονται στην Αμερική αυτά…

Παίρνω τηλέφωνο το Γραφείο στον Πειραιά.«Το και Το, κύριοι. Δεν γίνεται, δεν μπορούμε να το ξανακάνουμε αυτό και για την άλλη μηχανή που θα είναι πιο δύσκολη λόγω της θέσης, που πρέπει να πάει πιο μακριά και μέσα. Πρέπει να βρούμε άλλο συνεργείο τουλάχιστον και να κάνουμε και συμφωνία γραπτή επιπλέον γιατί αυτοί πιάνονται από τις λέξεις και οι λέξεις οι δίκες μας είναι ελληνικής νοοτροπίας, αυτωνών είναι Αμερικανικής. Μια κουβέντα λάθος και όλα αλλάζουν». Λέω, «Δεν μου στέλνετε τουλάχιστον καμία 10 -15αριά Έλληνες συνεργείο άμα συμφέρει οικονομικά. Αν μη τι άλλο θα βριζόμαστε τουλάχιστον στα ελληνικά. Οι Αμερικανοί έκαναν 4 μέρες για την τοποθέτηση, άντε οι Έλληνες να κάνουν 2-3 μέρες παραπάνω». Το Γραφείο είπε: «Καλά λες να το κοιτάξουμε». Για κακή μου τύχη άρχισε να έρχεται και το υπόλοιπο πλήρωμα για να μαζέψουνε το ξενοδοχειακό τμήμα του πλοίου να βάψουν και να ευθετήσουν τις καμπίνες και τα σαλόνια. Καμαρότοι, μπάρμαν, καμαριέρες κλπ. Κορίτσια πολλά κάθε χρώματος και Πολωνέζες μαζί έχασα τους μισούς Πολωνούς στη μισή ώρα μέσα. Ακόμη χειρότερα μαζί ήρθε και ένα γκρουπ 8-9 Βραζιλιάνες χορεύτριες με μερικούς όχι πολύ αρρενωπούς Βραζιλιάνους του μπαλέτου και θέλανε μάλιστα να κάνουν και δοκιμές του χορού αυτού με τα φτερά και τα πούπουλα που (δεν) φοράνε στα καρναβάλια τους. Τώρα μάλιστα έχασα και τους υπολοίπους Πολωνούς και τον Μιχάλη που ξέχασε αυτήν που αγάπαγε στην Πειραϊκή και παρακάλαγα να τους βρω να μαζευτούν στην δουλειά, αφού μέχρι και μπύρες τους παράγγελνα και τις αγόραζα εγώ. Τι να κάνω για να μείνουν στην θέση τους;

Κάποτε με θλίψη μου είπαν από το γραφείο ότι μόνο τέσσερεις (4) Έλληνες τεχνίτες βρήκανε μέχρι τώρα και ότι αύριο φτάνουν στο Μαϊάμι μιας και φτάνει και η άλλη καινούρια μηχανή μαζί  και να κάνω ότι μπορώ και όσους άλλους αν βρουν εν τω μεταξύ θα τους στείλουν μετά και εν ανάγκη ας πάρω και μερικούς Αμερικάνους από έξω. Έπεσα σε βαθιά κατάθλιψη. Έκανα βλακεία που είπα για το συνεργείο από την Ελλάδα αντί για 30 άτομα θα έχω τώρα τέσσερα. Τεράστια διαφορά έστω και με όλους τους Πολωνούς μαζί δύσκολο.

Ήρθαν όλα την επόμενη το απόγευμα. Μια καινούρια ξύλινη κάσσα με την άλλη κούκλα μηχανή και τέσσερα μαγκάκια «Μαστοράντζα Ελληναράδες» από τον Πειραιά που κουβαλάγανε αθλητικές εφημερίδες μόνο. Πήρα το σοβαρό μου ύφος για μαστίγιο και το δέλεαρ της υπερωρίας για καρότο για να τους εξηγήσω την κατάσταση. Πάνω στην σοβαρή ανάλυση, μου λέει ο ένας «ΜαστροΓιάννη καφέ ελληνικό έχετε εδώ; γιατί δεν ήπιαμε στο αεροπλάνο». Με ξανά έπιασε μαύρη απελπισία. Ακόμη χειροτέρα εκείνη την στιγμή βγήκαν και τα κορίτσια από την Βραζιλία να κάνουν πρόβες εκεί μπροστά μας στα 20 μέτρα στην σκηνή στο θέατρο. Οι τρεις παράτησαν τους καφέδες και πήγαν κοντά να δούνε τις πρόβες με την επιβαλλόμενη προσοχή. Ο άλλος που έπινε τον καφε έμεινε πίσω και πήρε ένα μικρό γαλλικό κλειδί και άρχισε να σκαλίζει την καινούρια μηχανή. «Τι κάνεις μαστροΠέτρο του είπα;» αφού μου χάρισε το ονοματάκι του. «Να ετοιμάσω μου λέει να την κατεβάσουμε σε λίγο κάτω, μέχρι να δούνε τα παιδιά εκεί τα κορίτσια που χορεύουν εμείς να την κατεβάσουμε κάτω και να πάμε να κοιμηθούμε λιγάκι γιατί είμαστε κουρασμένοι από το ταξίδι». «Τι λέει ρε ο άνθρωπος;» σκέφτηκα εγώ «Εδώ παιδευόμαστε 3 μέρες 35 άτομα και αυτός λέει σε λίγο θα είμαστε έτοιμοι;» Έβαλε φωνή και ήρθε άλλος ένας, βρίζοντας που του διέκοψε την θέαση και οι άλλοι δυο μείνανε και κάνανε νοήματα στις Βραζιλιάνες την ώρα που εγώ τράβαγα κρυφά τα μαλλιά μου καθισμένος σε μια ξυλοκάσσα. Με ειδοποίησαν ότι με θέλουνε τηλέφωνο απ’ το γραφείο και έφυγα αφήνοντας τους για λίγο.

Έλειψα κάνα μισάωρο και όταν επέστρεψα είδα ότι είχαν χωρίσει την μηχανή στα δυο. Από ‘δω η μηχανή Ντίζελ, από κει η γεννήτρια. Πήγα να βάλω τις φωνές αλλά, «Φτου διάολε σκέφτηκα δίκιο έχουν. Το βάρος έμεινε το μισό, τα μεγέθη έμειναν τα μισά, τόση στραβομάρα είχαμε όλοι εμείς οι… Αμερικάνοι;». Παιχνίδι έγινε η κάθοδος στο μηχανοστάσιο. Οι δυο δουλεύανε οι άλλοι δυο κάνανε ματάκια στις κοπέλες και αλλάζανε και θέση κάθε λίγη ώρα να απολαύσουν το θέαμα με την σειρά πίνοντας καφέδες. Με αυτήν την λογική  η μηχανή σε 2,5 ώρες ήταν στην θέση της κάτω στην βάση της αλφαδιασμένη με τα σένια της, συνδεδεμένη ακόμη και με τα σωληνάκια του καυσίμου έτοιμη να την βάλουμε μπροστά. Έμειναν κάτι ελάχιστα για την επομένη. Απίστευτο ε; Ούτε εγώ το πιστεύω ακόμη και ας κτύπαγα το κεφάλι μου στον τοίχο μετά. Ξέρετε πόσο πήγε όλη αυτή η δουλειά και τα μεροκάματα τους μαζί και τα αεροπορικά εισιτήρια; 1.500.000 δρχ. τότε (8500 δολάρια τότε μαζί όλα ). Φυσικά και τους κράτησα 4 ακόμη μέρες για να πάρουν κάνα μεροκάματο παραπάνω οι άνθρωποι και μάλιστα δεν το εκμεταλλευτήκαν αλλά με βοήθησαν σε άλλες τεχνικές δουλειές όσο 20 άτομα για να το ανταποδώσουν. Τι ΦΙΛΟΤΙΜΟ! καλή τους ώρα !  Άσε που ο ένας ο λεύτερος έβγαλε γκόμενα την μια Βραζιλιάνα στο τσάκα τσάκα και χαρήκαμε όλοι οι υπόλοιποι και τον χειροκροτήσαμε εκεί στο καπνιστήριο όταν μπήκε. Αυτά τα λέω βλέποντας γύρω μου την σημερινή χώρα, μπας και καταλάβουμε τι καταστρέψαμε κλείνοντας τα δικά μας ναυπηγεία, τα δικά μας συνεργεία. Τα δικά μας τεράστια μηχανουργεία που παραμένουν πλέον κοντά 25-30 χρόνια σβηστά. Ολόκληρο  νέο βιομηχανικό πάρκο στο Σχιστό που παραμένει τόσα χρόνια σκοτεινά θλιβερό υπολειτουργώντας. Με αυτά δούλευε όλος ο Πειραιάς και όλη η χώρα. Και στα συνέργεια και στα γραφεία. Καταστράφηκε αυτή η τεχνογνωσία. Η παραδοσιακή μαστοριά των Ελλήνων, με την εξυπνάδα τους την απίστευτή καπατσοσύνη τους – που την γνώρισα αργότερα ακόμη περισσότερο από πολύ κοντά – Μέσα από καταστροφική διακυβέρνηση την απαξίωση από ηλίθιους κυβερνήτες και ανόητους πολίτικους αντίπαλους μεγέθους κουκίδας. Όλοι αυτοί που με πλαστικές κομματικές σημαιούλες, μας κυβερνάνε 2 αιώνες ακριβώς γεμίζοντας  το κλούβιο μας μυαλό με ανόητα ευφυολογήματα του αέρα. Και θέλουν λέει να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια της βλακείας μας κιόλας ανάθεμα τους. Το πλοίο αυτό το δουλέψαμε 2 χρόνια σαν καζίνο  Μαϊάμι  –Freeport Μπαχάμες και το επισκεπτόμουνα κάθε 3 μήνες. Μετά πουλήθηκε πάλι σε άλλους και ξανάγινε ερείπιο μάθαμε. Εγώ άλλαξα εταιρεία καθώς… φαλιρίσαμε γενικά. (Μέχρι το τέλος του είχε τα ακόλουθα ονόματα: Κασταλία – SCANDIVANIASAGA, PRIDEOFSANDIEGO, TROPICSTARII, EMERALDEMPRESS, SOFIA, ENCHANTEDSUN, TALISMAN, MANISTAL. Αυτό το πήρα από την λίστα του Λόιντ ). Είχε αλλάξει όλα τα ονόματα  και ιδιοκτήτες που μπορεί να φανταστεί κανείς. Έμαθα ότι το έκοψαν σε παλιοσίδερα κάπου στην Ινδία τον 10ο μήνα του 2010.

1 comments on “Ναυτικά ιστορήματα VII: TROPICSTAR 2 Η μαστοράντζα

  1. Ανδριωτης βασιλειος
    04/04/2021

    Ωραίο αφήγημα και πιο ωραία η κριτική που άσκησες στην διακυβέρνηση αυτού του τόπου έτσι δυστυχώς ειναι

Σχολιάστε

Information

This entry was posted on 04/04/2021 by in Άρθρα and tagged , , , .

Πλοήγηση

Μετάφραση

Γράψτε το email σας για να λαμβάνετε νέα και αναρτήσεις.

Προστεθείτε στους 1.567 εγγεγραμμένους.