τα εΝ οΙΚΟ

Προτεραιότητα μας, η Αίγινα! Φυσικά και δεν είμαστε αδιάφοροι σ' αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, στη Χώρα μας, στον Κόσμο και μας επηρεάζουν.

Ναυτικά Ιστορήματα «Χριστούγεννα Στην Βαλτική»

του Γιάννη Κληρονόμου

Θα πρέπει να εξηγήσουμε σε αυτούς που δεν γνωρίζουν πολλά από γεωγραφία ότι δεν μιλάμε για τον Σαρωνικό κόλπο η έστω και για το Αιγαίο πέλαγος που μπορεί ορισμένες φορές να βγάζει «φίδια» όπως λέμε εμείς οι θαλασσινοί αλλά αυτό γίνεται μόνο σε πολύ βαρύ χειμώνα και μόνο για μερικές ώρες άντε μια μέρα το πολύ. Και ισχύει μόνο για επιβατηγά πλοία και όχι για φορτηγά που και μεγαλύτερα είναι και οι επαγγελματίες ναυτικοί είναι συνηθισμένοι να κουνιούνται ολημερίς  από κάτι τέτοιους καιρούς.

Τα γύρω πολλά νησιά επιτρέπουν αν ο καπετάνιος είναι λίγο ξύπνιος και έχει την απαιτούμενη εμπειρία, να ξεφύγει από τις στιφές εντολές των γραφείων που λαμβάνονται από καρέκλες πακτωμένες σταθερά σε ορόφους και όχι από ένα κινούμενο «κτίριο» σαν το καράβι που δεν στέκεται στιγμή ακίνητο ούτε και σε ίσιο δρόμο, να μπορέσει  να ποδίσει για λίγες ώρες σε κάποιο από αυτά τα νησάκια από κάτω τους και πιθανόν με ορισμένες κινήσεις  να μπορεί γενικά να προφυλαχθεί από τον κακό καιρό λαμβάνοντας από πρωτύτερα μια ακέραια και σωστή μετεωρολογική πρόγνωση ώστε να πάρει τις απαιτούμενες προφυλάξεις.

Μιλάμε εδώ για μια ανοιχτή θάλασσα χωρίς νησιά σε ένα περίκλειστο εχθρικό περιβάλλον εκεί ψηλά στον βορρά ανάμεσα στις Σκανδιναβικές χώρες, στην Βόρεια Γερμανία, την Πολωνία και τις δημοκρατίες της Βαλτικής. Είναι  η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία και στο βάθος η Αγ. Πετρούπολη. Εκεί η θάλασσα δεν αστειεύεται, ειδικά τον χειμώνα, δεν αστειεύεται καθόλου και σχεδόν ποτέ ακόμη και όταν λάμπει ο ήλιος αυτή εκεί το κύμα της. Το επταράκι -οκταράκι είναι κάτι συνηθισμένο σχεδόν καθημερινό.

Χειμώνας ήτανε λοιπόν τέτοιες μέρες περίπου, κοντά στα Χριστούγεννα του 1999 και ετοιμαζόμαστε να υποδεχτούμε το περίφημο 2000 που θα άλλαζε ο κόσμος λέει και που τα κομπιούτερς θα μπερδευόντουσαν λέει, με την αλλαγή της χιλιετίας και ο κόσμος θα πήγαινε από το καλό (που ζούσαμε τότε) στο χειρότερο  εξ αιτίας των ανόητων μηχανών που δεν θα ήξεραν από που και τι να μετρήσουν. Τρίχες κατσαρές, μια χαρά τα πήγαν τα άνοα μηχανήματα αλλού ήτανε το πρόβλημα. Ανόητοι ήτανε οι άνθρωποι που τα έφτιαξαν διότι  αυτό έγινε μεν αλλά όχι εξ αιτίας των κομπιούτερ αλλά λόγω της ανικανότητας των κυβερνώντων και των κολλημένων παράσιτων τους σχεδόν σε όλον τον δυτικό κόσμο εν σειρά και πόσο μάλλον χειροτέρα στο δικό μας κρατίδιο. Πάλι γρίνια θα πείτε αλλά…

Το Καράβι λεγότανε « HOPE A. ” Για τους μη γνωρίζοντας θα πει περίπου «ΕΛΠΙΔΑ  A.».  Ήταν ένα γκαζάδικο καμία 20αρια χρόνων παλιό και γύρω στους 45.000 τόνους  για κάθε είδους παράγωγα πετρελαίου (Product carriers τα λένε αυτά τα τάνκερ οι αγγλομαθείς).

Το HOPE A       
 Κενό φορτίου. Μόνο με το έρμα του.

Και οι ναυτικοί μαθαίνουνε σε αυτά αρκετά… για το πως βγαίνει το χρήμα για τα αφεντικά τους από κάτι τέτοια πλοία. Για να το εξηγήσω λιγάκι αυτό και για να μη πει ο κάθε «Βαγγέλης Μ.» ότι λέω υπερβολές. Στα επόμενα χρόνια ήμουνα πάλι μπερδεμένος με αυτά τα καράβια σε μια άλλη εταιρεία και με άλλες συνθήκες. Φορτώσαμε 3 πλοία της εταιρείας μας αυτού του μεγέθους όλα, που μαζί με καμία δεκαριά ακόμη όμοια πλοία άλλων εταιρειών με Ντίζελ πετρέλαιο, καθαρό σαν ρουμπίνι ένα πράγμα, αυτό για τα αυτοκίνητα ντε, από την Ολλανδία και μετα βγήκαμε εκεί απ’ έξω και απέναντι προς Αγγλία μεριά και αφού προφυλαγμένοι από τους καιρούς σε απάγκια αγκυροβόλια περιμέναμε χωρίς να κάνουμε τίποτα καμία 80ριά μέρες αραχτοί τρώγοντας και πίνοντας και βλέποντας ΤιΒί  με αυτόν τον Εγγλέζο μου μαγείρευε συνέχεια όλη μέρα. Τον Γκόρντον Ράμσεϊ (Gordon Ramsay)  τον λέγανε. Δεν ξέρω αν τον λένε ακόμη.

Μέχρι που μόλις πέρασε το διάστημα αυτό, ξαναγυρίσαμε στην Ολλανδία και το ξεφορτώσαμε όλο στο ίδιο λιμάνι, στο ίδιο διυλιστήριο, στον ίδιο ντόκο στους ίδιους ανθρώπους που το είχαμε φορτώσει, ενώ τα ΜΜΕ λυσσομανούσαν πανευρωπαϊκά για το άτιμο το Ιράκ, Το κακό Ιράν, τον τύραννο Καντάφι της Λιβύης, τον άλλον αυτόν της Συρίας, τον Πούτιν  και οποίον άλλον είχαν σημαδέψει  που τάχα μου δεν έδιναν καθόλου πετρέλαιο στις καημένες χώρες της Ευρώπης  και μας έκαναν λέει μποϋκοτάζ.  Με αποτέλεσμα να ανεβεί λόγω έλλειψης η τιμή του βαρελιού και μαζί με αυτό και οι τιμές στα βενζινάδικα, στα σούπερ μάρκετ και όπου αλλού είδατε αύξηση εσείς τότε. Χρηματιστηριακό προϊόν βλέπεις το πετρέλαιο.                   

φορτωμένα γκαζάδικα σε αναμονή καλύτερης τιμής στην ράδα της Αγγλίας.

Ας γυρίσουμε όμως πάλι στην θλιβερή ιστοριούλα μας. Καταχείμωνο λοιπόν με το χιόνι έξω 3 μέτρα ύψος που να βγεις να περπατήσεις σε δρόμο που ούτε πουλί δεν πέταγε. Φορτώσαμε στο Τάλλιν της Εσθονίας  με προορισμό την Ισπανία βαρύ πετρέλαιο σχεδόν μαζούτ αυτή την φορά. Όλο το πλήρωμα ήτανε Φιλιππινέζοι του Καπετάνιου και του Α μηχανικού συμπεριλαμβανομένου και μόνο εγώ και ο Αρχί- ηλεκτρολόγος της εταιρείας μας είμαστε Έλληνες που είχαμε πάει για λίγες μέρες μόνο, αλλά δεν μπορέσαμε να φύγουμε λόγω των αποκλεισμένων αεροδρομίων τότε. Άρα θα πηγαίναμε μαζί με το πλοίο «ταξιδάκι αναψυχής Χριστουγέννων». Τα φορτηγά καράβια γενικά  δεν έχουν απαγορευτικό όπως τα επιβατικά και όπως ακούμε από την ενημέρωση του μετεωρολογικού στα ΜΜΕ όλοι μας.    Μάλιστα ισχύει  το αντίθετο.  Όταν δηλαδή περιμένουν το καιρό να κτυπήσει το λιμάνι τους  σου στέλνουν σήμα οι λιμενικές -κακόχρονο νάχουν- αρχές να φύγεις μπας και σε πιάσει ο καιρός μέσα στο λιμάνι και γίνει και καμία ρύπανση και άντε καθάρισε το μετα.  Παράδειγμα το πλοίο ‘’prestige’’ το γκαζάδικο που οι άνθρωποι είχανε κρακ μεγάλο στο σκαρί του πλοίου και ζήτησαν να μπουν σε ναυπηγείο. Οι «αρχές» προτίμησαν και το άφησαν να κοπεί στα δυο και να χαθούν οι άνθρωποι έξω από την Ισπανία στον Ατλαντικό, και μάλιστα δεν γλύτωσαν καν τη ρύπανση. Έτσι και εμείς μόλις φορτώσαμε το πετρέλαιο η ελπίδα μας να παραμείνουμε μέχρι να φύγει το 10ρι μποφόρ της περιοχής στο λιμάνι έσβησε εκεί κατά τις 9 το βράδυ με το μη αναμενόμενο μήνυμα από το λιμεναρχείο « Άντε δρόμο και ο θεός μαζί σας, εμείς πάμε σπίτι στην ζεστασιά στο τζάκι να δούμε ΤιΒί. Αυτό το τελευταίο δεν το είπαν αλλά ήτανε φανερό γιατί ήτανε και το champions league εκείνη την μέρα.

Τι να κάνει και ο έρμος ο καπετάνιος; Ετοιμαστήκαμε για απόπλου. Το πλήρωμα έδεσε κάθε κινητό και ακίνητο μηχάνημα η εξάρτημα για να μην κυκλοφοράει με το κούνημα της θάλασσας και κατά τις 11 βγήκαμε έτοιμοι χωρίς πιλότο καν στην ανοικτή θάλασσα που είναι αμέσως έξω από την μπούκα  και σε περιμένει πριν καν  βγεις από το λιμάνι. Ούτε λίγο να συνηθίσεις το κούνημα προετοιμασίας δεν έχει. Δεν έμεινε καρέκλα  στην θέση της, ούτε πιάτο, ούτε ψυγείο η ότι δεν είχε δεθεί καλά όρθια η στην θέση τους. Οι Φιλιππίνοι ενδιαφέρθηκαν βασικά να προστατεύουν ένα μηχάνημα Καραόκε κάτι κιθάρες και ένα ντραμς που τους είχαμε πάρει λόγω των νέων κανονισμών του ISM  λες και παίζανε σε ορχήστρα. Στην εποχή μου τα πλοία είχανε μόνο ένα τάβλι για διασκέδαση του αμιγούς  Ελληνικού πληρώματος. Ούτε τους ένοιαζε πως θα περάσει η ώρα του ναυτικού. Τώρα με τους νέους κανονισμούς όλα ελεγχόντουσαν από  συχνότατες ειδικές επιθεωρήσεις των αρχών λιμένων. Το κτύπημα και το κούνημα του πλοίου στις μπάντες ήτανε από τα πρωτόγνωρα ακόμη και για εμάς. Βλαστημούσαμε με τον Ηλεκτρολόγο την ατυχία μας πως την πατήσαμε και εγκλωβιστήκαμε μέσα στο καράβι με τέτοιο καιρό, τέτοιες μέρες και που θα έβγαζε όλο αυτό;

Αν δεν το ζήσεις δεν μπορείς να το φανταστείς. Όχι να περπατήσεις η να πας να κάνεις καμία δουλειά μόνο ξαπλωμένος στο κρεβάτι μπορούσες προσπαθώντας να στηριχτείς στην ευτυχώς στενή κουκέτα σου. Ούτε να φας δεν μπορούσες αλλά ούτε ο μάγειρας θα σηκωνότανε ποτέ από το κρεβάτι του να φτιάξει φαΐ δεν υπήρχε περίπτωση. Κονσέρβα σαρδέλες λοιπόν. Πήγα στην γέφυρα με τα χίλια ζόρια να δω το καιρό μπας και φτιάξει λίγο. Άδικος κόπος. Το μετεωρολογικό που είχε μόλις βγει έλεγε με λίγα λόγια ότι ο καιρός θα είναι «Ο ίδιος και αύριο με ελάχιστη βελτίωση προς το βράδυ» λέει. Έκανε κρύο, πολύ κρύο παντού ακόμη και με την θέρμανση στο φουλ. Δεν χιόνιζε αλλά το καράβι είχε γίνει ολόασπρο από τον πάγο όπου κοίταζες έξω στην γέφυρα στο κατάστρωμα στις σωληνώσεις στα συρματόσχοινα, παντού. Η υγρασία της θάλασσας βλέπετε. Πήγα στην καμπίνα μου ήτανε παγωμένη, είχα ξεχάσει να ανοίξω την θέρμανση στο φουλ και τώρα που ο παγωμένος αέρας της θάλασσας έδερνε απ έξω το δωμάτιο  έγινε ψυγείο. Δάγκωνα τα χείλια μου για την βλακεία. Μέχρι να ζεσταθεί λίγο πήρα ότι ρούχα είχα στο μικρό βαλιτσάκι μου και τα έβαλα. Θυμήθηκα τις συμβουλές από τους Πολωνούς όταν είχαμε -40 Κελσίου  εκεί στο Στετινο στον Βορρά τους πριν κάνα χρόνο. «Ντύσου σαν κρεμμύδι» έλεγαν  πολλά και ψιλά ρούχα. Δεν χρειάζεται να φοράς τεράστια βαριά μπουφάν. Καλυτέρα 5-6 φανελάκια παραπάνω από μέσα. Κάτι με έμαθαν και αυτοί. Έβαλα ότι βρήκα προσπαθώντας να γλυτώσω και καμιά  άσχημη τούμπα από το μπότζι. Μαύρο ύπνο έκανα εκείνο το βράδυ. Έμεινα πολύ κουκουλωμένος στις χίλιο – χρησιμοποιημένες κουβέρτες και φοβισμένος συνάμα.  -« Άμα γίνει αυτό θα πρέπει να κάνω αυτό. Αν γίνει το άλλο πρέπει να κάνω αυτό». Είχα αγκαλιά και το σωσίβιο λες και άμα πέσεις στην θάλασσα σε κακιά ώρα ας πούμε, με τόσο κρύο είναι δυνατόν να αντέξεις πάνω από 3-4 λεπτά; όσα σωσίβια και να φοράς, πάει τέλος.

Σηκώθηκα από το κρεβάτι κατά τις 7 ήτανε η εποχή που η μέρα ήταν κανονική αλλά μόνο ένα μαύρο γκριζωπό πράγμα αντί για ήλιο έβλεπες στην ατμόσφαιρα. Ο καιρός είχε μαλακώσει λίγο αλλά υπήρχε αυτό το δυνατό βουβό κύμα που έκανε το καράβι καρυδότσουφλο. Όπως ήτανε φορτωμένο στο φουλ  και πατημένο αρκετά τόσο που το κατάστρωμα του ήτανε γύρω στα δυο μέτρα από την επιφάνεια της παγωμένης θάλασσας που ανέβαινε πάνω του και γινότανε παγάκια. Όλο το κατάστρωμα ήτανε ολόλευκο τόσο που δεν έβλεπες ελεύθερο κομμάτι λαμαρίνας η σωλήνας όλα ήταν καλυμμένα με πάγο. Κατά τις 8 ανέβηκε και ο καπετάνιος ακόμη νυσταγμένος και πίναμε μαζί καφέ λέγοντας διάφορα αλλά περισσότερο για την δραματική νύχτα που περάσαμε. Εκεί θυμήθηκε ότι δεν είχαμε ανοίξει τον ατμό για την θέρμανση του φορτίου στα αμπάρια/ δεξαμενές μιας και φύγαμε εσπευσμένα εχθές αργά το βράδυ. Μου είπε ότι θα στείλει τον λοστρόμο να τους ανοίξει  γιατί θα παγώσει το φορτίο . Είπα  χαλαρά είναι η αλήθεια όπως λέμε όλοι. –« Άστο ρε κάπταιν μέχρι Ισπανία ο καιρός θα ζεστάνει έχουμε χρόνο 10 μέρες κοντά μη παγώσει και ο άνθρωπος με τέτοιο κρύο. Τους ανοίγεις αύριο, μεθαύριο» Μου είπε «Γιες σερ» και τέλειωσε η κουβεντα. Ήπια τον καφέ,  ήπιαμε  και έναν δεύτερο να ζεσταθώ και πήγα στην καμπίνα μπας και κάνω καμία γραφική δουλειά. Ήρθε σε λιγάκι ο Δημήτρης ο αρχι-ηλεκτρολόγος και λέγαμε διάφορα. Η κουβέντα το φέρε και είπε «είδα τον μαλάκα το λοστρόμο να φοράει την φόρμα την πορτοκαλιά αυτήν την ισχυρού ψύχους και να κάθεται στην έξω πόρτα. Λες να βγει έξω; Που μπορεί να πάει θα παγώσει ο ηλίθιος» Σίγουρος του απάντησα – «Όχι αποκλείεται να πάει. Του είπα του καπετάνιου… μπλα μπλα» και του εξήγησα την προηγουμένη συνομιλία μας στην γέφυρα. Μου λέει «Ο.Κ πάω στην γέφυρα να δω και θα σου πω».

Ένας όροφος υπόθεση είναι μέχρι τον επάνω όροφο που είναι η γέφυρα, τον άκουσα να ανεβαίνει βρίζοντας σαν βρωμο-ναυτικός τα σκαλιά γιατί δεν μπορούσε να κρατηθεί καλά από το μπότζι. Βαρέθηκα και εγω να προσπαθώ να κρατηθώ στο παλιού καιρού μεταλλικό γραφείο με μια καρέκλα γραφείου με ροδάκια που ρολάριζε και έκανε να πονέσουνε τα πόδια μου από την προσπάθεια να αγαντάρω και κλείδωσα τα συρτάρια στερέωσα την πολυθρόνα  για να πάω και εγώ στην γέφυρα. Κλείνοντας την πόρτα της καμπίνας άκουσα Το ουρλιαχτό να με φωνάζει «Μάστρο Γιάννηηηηη,  Έλα επάνω έλα επάνω γρήγορα, Γρηγορααα». Έτρεξα τα λίγα σκαλιά όσο μπορούσα πιο γρήγορα και έφτασα δίπλα τους που κοιτάζανε από το μεγάλο μπροστινό παράθυρο της γέφυρας. Μου φωνάζαν όλοι εκεί δίπλα  στο αυτί μου λες και ήμουνα κουφός στην προσπάθεια τους  να μου εξηγήσουν τι συμβαίνει. Μισά Ελληνικά, μισά εγγλέζικα Φιλιππίνων  κάπως έτσι.

Στο Κατάστρωμα πεσμένος ανάσκελα κάτω βρισκόταν ανήμπορος  ο λοστρόμος που μάλλον είχε γλιστρήσει στον πάγο καθώς προσπαθούσε να ανοίξει τα επιστόμια του ατμού της θέρμανσης των δεξαμενών φορτιού, μέσα στην ογκώδη ισχυροψυχική φόρμα του που τον έκανε σαν αυτές τις χελώνες που τις γυρίσαν ανάποδα να μη μπορεί να γυρίσει ούτε να πιάσει κάτι κοντά του. Κούναγε απελπισμένα τα χέρια του προσπαθώντας να πιαστεί από κάποια σωλήνα. « Ρε καπετάνιε» πρόλαβα να πω έτοιμος να βάλω τις φωνές, αλλά εκείνη την στιγμή ένα κύμα βουβό ανέβηκε στο κατάστρωμα και το σάρωσε ολόκληρο από την αριστερή πλευρά του πλοίου. Ο λοστρόμος όπως ήταν ακόμη κάτω δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα. Πιάστηκε απεγνωσμένα  από τις σωλήνες δίπλα του μόλις τον γύρισε το κύμα λίγο αλλά δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Ένα άλλο πιο μεγάλο βουβό κύμα σαν χάροντας σταλμένο λες επίτηδες ήρθε από τον ίδιο δρόμο και τον άρπαξε σηκώνοντας τον ψηλά στον παγωμένο αφρό του. Ο καημένος έκανε κινήσεις να κρατηθεί αλλά ήταν έρμαιο του κύματος. Εμείς φωνάζαμε σαν παλαβοί πίσω από τα τζάμια της γέφυρας και δυο ναύτες έφυγαν μπας και τον προλάβουν να τον βοηθήσουν. Αλλά μόνο λόγια είμαστε από τόσο μακριά κοντά 50 μέτρα που τον βλέπαμε.  Φεύγοντας το κύμα από τα ρέλια στα αριστερά του καταστρώματος τον πήρε μαζί του τον άτυχο λοστρόμο που φόραγε και αυτήν την χοντρή ισχυρού ψύχους πορτοκαλιά φόρμα. Τον πέρασε μέσα από τα ρέλια που είχαν περιθώριο λιγότερο από 30 εκατοστά μεταξύ τους. Που και να προσπαθήσεις να περάσεις ανάμεσα τους από μόνος σου πρέπει να είσαι πολύ εύκαμπτος και αδύνατος και πάλι δύσκολο θα ήταν. Και όμως πέρασε ανάμεσα από αυτά.

Ακόμη και τώρα μετα τόσα χρόνια προσπαθώ να καταλάβω πως κατάφερε και τον πέρασε από το τόσο μικρό κενό ανάμεσα στα ρέλια που έχουν σχεδιαστεί να μην χωράει άνθρωπος. Ο καημένος βρέθηκε σε αυτήν την παγωμένη θάλασσα και εμείς τον βλέπαμε εκεί μπροστά μας καθώς το καράβι έτρεχε δίπλα του να μας κουνάει τα χέρια του. Είδα  μπρος στα μάτια μου τα νερά να μπαίνουν από το επάνω μέρος του φερμουάρ εκεί δίπλα στον λαιμό του καθώς το είχε λασκάρει ανοιχτό λίγο για να μπορεί να σκύβει για να δουλέψει. Είχαμε μείνει ακίνητοι παλαβωμένοι. Βγήκαμε στο φτερό της γέφυρας να τον βλέπουμε αλλά Τον χάσαμε σχεδόν αμέσως όπως τον κατάπιε η πόρνη η θάλασσα. Μετα από λίγα δευτερόλεπτα με όλους μας παγωμένους από την τρομάρα μας το κρύο και την λύπη σκεφτήκαμε να κάνουμε αυτήν την περίφημη στους ναυτικούς ειδική Στροφή Ουίλιαμσον που είναι αναρτημένη σε όλες τις γέφυρες όλων των πλοίων να τον βρούμε. Άδικος κόπος Άδικος είχε χαθεί για πάντα. Μείναμε 4-5 ώρες στην περιοχή και ήρθανε και άλλα δυο πλοία που άκουσαν στο VHF την κλίση μας και ψάχναμε όλοι μαζί ένα κύκλο. Αλλά τίποτα. Συνεχίσαμε την πορεία μας μετα προς την έξοδο από την Βαλτική. Τηλεφώνησα στο γραφείο από τον ασύρματο ακόμη τότε δεν πολύ πιάνανε τα κινητά  και τους ενημέρωσα για να κάνουν τις δικές τους απαραίτητες κινήσεις.

Η ζωή ευτυχώς η δυστυχώς η ότι θέλετε πείτε συνεχίζεται. Η θάλασσα ίσως επειδή πήρε την σημερινή της θυσία ενός τουλάχιστον ανθρώπου μετα από μερικές ώρες ηρέμησε αρκετά και εμείς κατεβήκαμε να φάμε το μεσημέρι γιατί πεινάσαμε κιόλας. Κουβέντα δεν είπαμε για το θέμα. Συνηθίζω να ξαπλώνω καμία ώρα μετα το φαΐ, Έτσι και σήμερα ξάπλωσα και αυτή την φορά κοιμήθηκα πολύ βαριά μετα από τόση ένταση. Κατά τις 7 το απόγευμα άκουσα μουσική να έρχεται από κάπου. -«Που στο ανάθεμα είμαστε και έχει μουσική;» σκέφτηκα και  βγήκα ψάχνοντας να βρω ποιος ανόητος είχε βάλει μουσική την μέρα που χάθηκε ένας πατριώτης του συνάδελφος του, σύντροφος και φίλος παραμονή Χριστουγέννων. Η μουσική ερχότανε από την τραπεζαρία του πληρώματος. Τράβηξα προ τα εκεί και από πίσω μου και ο ηλεκτρολόγος μου και αυτός απορημένος. Άνοιξα την κλειστή πόρτα της τραπεζαρίας και είδα όλο το πλήρωμα να τραγουδάνε στο Καραόκε σαν να μην τρέχει τίποτα. Ο Καπετάνιος όρθιος σαν αρτίστας σε σκηνή κράταγε το ένα μικρόφωνο και το άλλο μικρόφωνο ένας καμαρότος. τραγούδαγαν μαζί το «My way» όπως όλοι τους παράφωνα  σαν ξεκούρδιστες λατέρνες. Τα έχασα αλήθεια σας λέω, Δεν το περίμενα.

Έκανα την μοναδική σωστή κίνηση που έχω κάνει στην ζωη μου. Πήγα αργά ηρεμα και πήρα το μικρόφωνο από τον καπετάνιο- που μου το έδωσε νομίζοντας ότι θέλω και εγώ να τραγουδήσω- και το έσπασα πετώντας το δυνατά στο πάτωμα εκεί μπροστά σε όλους το πάτησα με δύναμη μέχρι που διέλυσε. Δίπλα πάνω σε κάτι έπιπλα της τραπεζαρίας ήτανε αφημένες κάτι χριστιανικές άγιες γραφές από αυτές που φέρνουνε οι διάφοροι παπάδες στα λιμάνια της Ευρώπης και της Αμερικής λες και θα γίνεις κάποιος καλός χριστιανός διαβάζοντας βιβλία. Πήρα δυο από αυτές όπως ήτανε εκεί παρατημένες, άνοιξα την μια και την έδωσα στον Φιλιππίνο πλοίαρχο. Με ήρεμη φωνή του ψιθύρισα -«Και τώρα κάπταιν νομίζω ότι έφτασε η ώρα να θυμηθείτε το καθήκον σας στον συνάνθρωπο που χάσαμε σήμερα. Είναι παραμονή Χριστουγέννων αλλά δεν γιορτάζουμε σήμερα». Το είπα με  φωνή που και εγώ δεν ξέρω που την βρήκα. Γύρισα και έφυγα. Πίσω μου ακολούθησε και ο ηλεκτρολόγος που μου είπε -«Ήσουνα πολύ ήρεμος εγώ θα ήθελα να τους σκοτώσω όλους». Του είπα, θυμάμαι σαν τώρα « Και εγώ το ίδιο θα ήθελα».

Η επόμενη μέρα ήτανε η ημέρα των Χριστουγέννων. Δεν πήγα ένοιωθα και ήμουνα άρρωστος η προσποιήθηκα πως ήμουνα, δεν είμαι σίγουρος  αλλά πέρασα μονάχος μου εντελώς κλεισμένος στην καμπίνα. Οι φωνές τους από το Καραόκε έφταναν μέχρις εμένα και μου τσάκιζαν την λιγοστή μου πίστη στον ανθρωπο.

Καλά Χριστούγεννα σε όλους και να θυμόμαστε αυτούς στα πέλαγα.

Σχολιάστε

Μετάφραση

Γράψτε το email σας για να λαμβάνετε νέα και αναρτήσεις.

Προστεθείτε στους 1.567 εγγεγραμμένους.